Τρίτη 15 Μαΐου 2012

Λίγα λόγια για το Extreme Sports Festival

  Ένα συνεταιρικό άρθρο από τις Καλλιοντζή Χαρά, Τέγου Διώνη και εμένα...                     


  
Ας μιλήσουμε για το Extreme Sports Festival που έγινε στη Θεσσαλονίκη το Σαββατοκύριακο 12 και 13 Μαϊου. Δεδομένου ότι διεξήχθη για πρώτη φορά, θα είμαστε σχετικά επιεικείς στην αξιολόγησή μας. 

Για να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή, θα δώσουμε μία σύντομη περιγραφή των μορφών του φεστιβάλ (κανονικά θα δίναμε μια σύντομη περιγραφή του χώρου αλλά δεν είμαστε τίποτα κλισέ
δημοσιογραφοπαραπαίδια). Αρχίζουμε από τα χαλαρά...

Ένας από τους παρευρισκόμενους στη διοργάνωση που μας κέντρισε το ενδιαφέρον ήταν ο “ποδηλατάς-ρακούν”. Δεν πρόκειται για το κοινό ρακούν που ξέρουμε όλοι μας από το national geographic ή την Ποκαχόντας (παραπέμπουμε σε πηγές για όλα τα γούστα), αλλά για έναν παραηλιοκαμένο, ποδηλατόκαβλο που βγάζει τη γλώσσα και κλείνει τα μάτια (νομίζοντας ότι κανείς δεν τον παρατηρεί) προκειμένου να προστατευτεί από τον ήλιο. Αυτό που τον χαρακτηρίζει είναι η αμηχανία όταν του μιλάει κάποιος άγνωστος, η οποία εκφράζεται με τον και καλά cool μορφασμό -κλείσιμο ματιού και άμπαλο άνοιγμα στόματος -με μία προγναθική τάση- λέγοντας τη διαχρονική ατάκα “ΟΚ”. Φυσικά, δεν πρέπει να παραλείψουμε το thumbs up που του βγαίνει αυθόρμητα, μιμούμενος τους φίλους του που είναι πιο εξανθρωπισμένοι. 


Μια ακόμα μορφή του φεστιβάλ ήταν ο Φανέλας. Σίγουρα, το μυαλό σας θα φαντάζεται έναν κοντό, ντουροσκεϊτά, τζιβάτο, μαυρισμένο και σχετικά καλό στο αντικείμενό του φρύδωπα. Κι όντως, πέσατε μέσα, γιατί γι’ αυτόν ακριβώς τον τύπο ανθρώπου μιλάμε. Ο Φανέλας κάνει σκέιτ σα να χορεύει βαριά ζεϊμπεκιά με μουσική υπόκρουση τα μπιτοτράγουδα του Underground (του σκεϊτομάγαζου, από το οποίο προφανώς θα αγόρασε και τη φανέλα, ή μπορεί και να του τη δώσαν τζάμπα γιατί είναι μάγκας). 
Το ιδιαίτερο αυτής της φανέλας είναι το εξαιρετικά μεγάλο άνοιγμα του μανικιού (για να μη φαίνεται το σημάδι του ιδρώτα της μασχάλης του). Ο τρόπος που είναι φτιαγμένη δεν είναι τυχαίος: Όπως στα χρόνια του πολέμου, οι στρατιώτες φορούσαν κόκκινα μπλουζάκια, ώστε να μη διακρίνεται το αίμα όταν πληγώνονται και αποθαρρύνονται οι υπόλοιποι στρατιώτες, έτσι και ο Φανέλας, φοράει αυτή τη φανέλα, για να τον βλέπουν οι άλλοι επίδοξοι σκεϊτάδες και να παίρνουν κουράγιο, επειδή και καλά δεν ιδρώνει για να κατορθώσει το ζεϊμπεκικοσκέιτ.
Μερικοί απ τους σκεϊτάδες που παίρνουν κουράγιο απ τη φανέλα του Φανέλα



Ο σταρ της διοργάνωσης ήταν φυσικά ο βιρτουόζος του Motocross (των “ξερών”, όπως λένε στο χωριό της Χαράς), ο Νόντας ο Λογοθέτης (δεν είναι κοροϊδευτικό το ονοματεπώνυμο, άσχετα με τη συνειρμική παραπομπή στο “Μπάμπης ο Σουγιάς”). Το Νόντα τον είδαμε πρώτη φορά, καθώς περνούσε από μπροστά μας μαρσάροντας. Εμείς σαν τρεις γκόμενες (το “σαν” μπορεί και να παραλειφθεί αλλά το βάζουμε χάριν ταπεινοφροσύνης), καθόμασταν πάνω σε ένα κουτί της ΔΕΗ και τον μπανίζαμε καγκουροτρόπως, κοιτάζοντας με συγχρονισμό που θα ζήλευαν και τα μπαλέτα του Μπολσόϊ, προς τη φορά που πήγαινε. Αφού τελείωσε το ζέσταμά του (και ζέστανε κι εμάς αρκετά άθελά του), σηκωθήκαμε και πήγαμε με την υπόλοιπη μάζα να παρακολουθήσουμε το show - ποζεριά που θα έδινε. Μπορούμε να πούμε πως ήταν αρκούντως εντυπωσιακός για τα δεδομένα της διοργάνωσης (χωρίς αμφιβολία ο εντυπωσιακότερος συμμετέχων). Αλλά πέρα από το καλό θέαμα: και όσον αφορά την εμφάνιση και όσον αφορά τις μοτο-δεξιότητές του, είχε μία αρκετά μεγάλη δόση επιδειξιομανίας (αναμενόμενη βέβαια για το είδος του). Η κορύφωση αυτής φάνηκε στο τέλος του show του, όταν πέταξε τα γάντια και τη μάσκα στο κοινό σαν ένας δεύτερος Ρουβάς.

Νόντας επί τω έργω
Κατα τ’άλλα, οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι η διοργάνωση ήταν πιο πολύ “α-διοργάνωση”. Πέρα από το Νόντα κι έναν συν-motocrossίτη του που εμφανίστηκε μόνο την πρώτη μέρα, δεν υπήρχε κάτι άλλο επαγγελματικό και οργανωμένο. (Ο παρακμιακός αγώνας paintball δε λαμβάνεται υπόψιν.)

Επιπλέον δε δόθηκε ευκαιρία να δοκιμάσουν οι απλοί επισκέπτες και όχι οι “τύπου Φανέλα” τα extreme σπορτς. Για το “κοινό” κοινό υπήρχε μόνο το climbing που το δοκίμαζαν μόνο όσοι δεν είχαν πρόβλημα δημόσιου διασειρμού και κάτι οχτάχρονα . 

Εξαιτίας της έλλειψης ουσιαστικού προγράμματος και show, ο μέσος επισκέπτης μετά το πρώτο μισάωρο δεν είχε τι να κάνει και βολόδερνε εδώ κι εκεί. 

Στα θετικά βέβαια συγκαταλέγονται οι τιμές της εισόδου και του αναψυκτηρίου που ήταν προσιτές, τα ποδήλατα που ήταν διαθέσιμα για ενοικίαση (πράγμα που συνειδητοποιήσαμε μετά το πέρας της διοργάνωσης) και φυσικά η πρωτότυπη ιδέα της διοργάνωσης ενός τέτοιου φεστιβάλ στην πόλη μας.
 
Eμείς και σα δημοσιογράφοι, αλλά πάνω απ όλα σαν ενεργό κομμάτι της νεολαίας θα θέλαμε να προτείνουμε για το επόμενο Extreme Sports Festival ορισμένες ιδέες:

Καταρχάς το όλο κλίμα θα έπρεπε να γίνει πιο ξεκάθαρο για το αν μπορεί το κοινό να συμμετέχει ή όχι στα διάφορα σπορ. Θα ήταν πιο ιδανικό ο επισκέπτης να μαθαίνει και κάτι για το κάθε σπορ και να μπορεί να δοκιμάζει ορισμένα από αυτά ( δε λέμε για παρα-5, μιλάμε για τα πιο πραγματοποιήσιμα τύπου rollers, ποδήλατα, skateboard, ετσέτερα). 

Επιπλέον το πρόγραμμα του σόου πρέπει να είναι οργανωμένο,  να μη στηρίζεται μόνο στην καλή θέληση των ερασιτεχνών, αλλά να περιλαμβάνει και κάποιες επιδείξεις από επαγγελματίες, όπως καλή ώρα ο Νόντας. Θέλουμε να έχει κι άλλους Νόντες τέλος πάντων! Κι ένα πρόγραμμα που να ορίζει τι ώρες θα διεξάγονται αγώνες και επιδείξεις, να ξέρει ο κόσμος πότε να έρθει και να του δίνεται ένα κίνητρο να μείνει εκεί. 

Όσον αφορά τη μουσική πλαισίωση του φεστιβάλ, πραγματικά υπάρχουν τεράστια περιθώρια βελτίωσης (γιατί ένας dj με το playlist ενός κοινού σκεϊτομάγαζου δεν είναι αρκετός)! Μια καλή ιδέα θα ήταν να συμμετέχουν εθελοντικά ερασιτεχνικές μπάντες ώστε να υπάρχει live μουσική που θα ζωντανεύει το όλο κλίμα. Μπάντες που δε θα ζητούν λεφτά, απλώς ένα κοινό να τους ακούσει: κάτι τύπου schoolwave. 

Ολοκληρώνοντας, έχουμε μια τελευταία πρόταση για τα βιντεάκια που είχε γυρίσει κάθε χορηγός, τα οποία ήταν πραγματικά μια πολύ καλή ιδέα, καθώς παρουσίαζαν διάφορα extreme sports και μπορούσε να πάρει μια γεύση ο επισκέπτης περί τίνος πρόκειται. Το ότι παίζονταν σε μια μικρή οθόνη μέσα στην αποθήκη όμως ήταν σημαντικό μειονέκτημα. Θα ήταν καλύτερο την επόμενη φορά να προβάλλονται με προτζέκτορα στον εξωτερικό χώρο γύρω από την αποθήκη ώστε να τραβάνε τα βλέμματα του κόσμου και να εισπράττουν την αρμόζουσα προσοχή.


Πριν κλείσουμε και σας αποχαιρετίσουμε οφείλουμε να πούμε ένα μεγάλο μπράβο στους διοργανωτές και στους συμμετέχοντες, γιατί παρά τα μειονεκτήματά του, το Extreme Sports Festival ήταν ένα πολύ θετικό και πρωτοπόρο εγχείρημα για τη Θεσσαλονίκη. Σίγουρα λόγω έλλειψης χρημάτων δεν μπορούσε να γίνει καλή προώθηση, με αποτέλεσμα να μη διαφημιστεί αρκετά και να μην προσελκύσει το αναμενόμενο κοινό. Ελπίζουμε σε μία επόμενη και πιο πετυχημένη διοργάνωση. Μέχρι τότε...

Τα λέμε 

Υ.Γ: Νόντα αν το διαβάζεις, την επόμενη φορά κοίτα να πετάξεις κάνα χαρτάκι με το νούμερό σου και άσε τα γάντια και τις μάσκες. ;)

 

Τετάρτη 9 Μαΐου 2012

Μια βόλτα στην Αθήνα

Μια μετεκλογική βόλτα στην πρωτεύουσα. Το κλίμα θα έλεγα πως δε φαίνεται να έχει αλλάξει ιδιαίτερα. Στην πλατεία Μοναστηρακίου μερικοί μαύροι παίζουν κρουστά και τραγουδάνε. Μετανάστες κυκλοφορούν κανονικά κι οι τηλεοράσεις παίζουν την ομιλία του Βενιζέλου από την Ιπποκράτους. Χρυσαυγίτες δε βλέπω! Πού να εγερθούν 7 το απόγευμα οι "άνθρωποι"..

Η πρώτη μου στάση, αφού συνάντησα ένα φίλο, ήταν το κομμωτήριο της Τζέσικας,  απ αυτά τα κομμωτήρια τα κάπως ψυχεδελικά, για τζίβες κι ιστορίες. Το ρεπερτόριο μεταλλασσόταν από ρέγκε σε μέταλ, για να ικανοποιεί όλα τα γούστα των παρευρισκόμενων. Κεντρικό θέμα συζήτησης η χρυσή αυγή. Όλοι πασχίζουν να διαλευκάνουν το πώς συνέβη να μπει κάτι τέτοιο στη Βουλή. Ήταν κι ένας τύπος-μορφή που προσπαθούσα να καταλάβω αν έβριζε τους ίδιους τους χρυσαυγίτες ή τους ανίδεους που τους ψήφισαν- δεν έχει σημασία βέβαια γιατί όποιους και νά βριζε είχε δίκιο.

Μετά από μια σύντομη κι ευχάριστη παραμονή σηκωθήκαμε να πάμε βόλτα. Στο δρόμο βρήκαμε δυο παιδιά. Μου φάνηκαν φυσιολογικοί αρχικά μέχρι που πρόσεξα τη μπλούζα "Μολών λαβέ" και αντιλήφθηκα μια ατάκα από το φίλο μου του στυλ "μεγάλο ποσοστό πήρατε". Με αηδία και αποστροφή συνειδητοποιώ πως τα δυο παιδιά που βρίσκονται μπροστά μου είναι χρυσαυγίτες.. Δύο παιδάκια με εμφάνιση γυμνασίου , καημενόφατσες! Φρίκαρα!! Ο φίλος μου μας εξήγησε μετά πως απλώς κάνουν κάτι συναλλαγές εκ Καλαμάτας κι ότι είναι εντάξει παιδιά, αλλά δεν μπορούσαμε να το χωνέψουμε..

Ανεβαίνουμε προς Φιλοπάππου. Προσπερνάμε μια πολύ εκκεντρική μπάντα ντυμένοι όλοι σε στυλ Tiger Lilies, να τραγουδάνε το Bella Ciao- ήμουν σίγουρη ότι θα άκουγα κάπου αυτό το τραγούδι το επιβάλλουν οι μέρες- και μπαίνουμε στο δάσος.
Δεν είχα ξαναπάει εκεί πάνω, μ εντυπωσίασε το ότι υπάρχει ολόκληρο δάσος μες στην Aθήνα. Αλλά το αληθινό σοκ ήταν όταν φτάσαμε τέρμα πάνω στο βράχο. Από τη μία η Ακρόπολη φωτισμένη κι από την άλλη όλη η Αθήνα μπροστά στα πόδια μου: αν μη τι άλλο εντυπωσιακό! Αν έμενα Αθήνα θα πήγαινα συνέχεια εκεί πάνω .Στη Θεσσαλονίκη αράζουμε στο λιμάνι και νομίζουμε ότι είμαστε στη φύση! Πρώτη φορά διχάστηκα τόσο ανάμεσα σε Θεσσαλονίκη κι Αθήνα..


Κατεβαίνουμε απ το λόφο και καταλήγουμε σε μια πολυκατοικία δίπλα στο μουσείο της Ακρόπολης όπου βρίσκουμε έναν γάτο με πολύ μαλακό τρίχωμα, αλλά παγερά αδιάφορο, αφού μας παράτησε και προτίμησε να πάει να κάτσει μόνος του. Επανήλθε στο προσκήνιο όμως όταν επιτέθηκε με τα νύχια του στο λαμπραντόρ της Σμαράγδας Καρύδη, που πέρασε από μπροστά του με την ιδιοκτήτριά του. Ο σκύλος μετά το σοκ αρνούταν να μπει στην πολυκατοικία, ήθελε προφανώς να τσαμπουκαλευτεί το γάτο- κλασσικός ψευτόμαγκας που τον πιάνει η μαγκιά όταν ο εχθρός έχει φύγει. Η Σμαράγδα Καρύδη πάντως συμπαθέστη.

Φεύγουμε να πάρουμε το δρόμο για το σπίτι κι αποχαιρετιόμαστε. Βγαίνω απ το μετρό και περιμένω το λεωφορείο. Ένας νεαρός απ αυτούς που δείχνουν ψιλοκαμένοι αλλά μπορεί και να μην είναι πλησιάζει σ ένα ταξιτζή και του λέει: "Φίλε να σου δώσω ένα κοτόπουλο να το μαγειρέψεις να φας;" . Ο ταξιτζής δεν το παίρνει. "Καταλαβαίνεις ότι στο χαρίζω αυτή τη στιγμή, δε θέλω κάτι", συνεχίζει ο δικός μας, αλλά και πάλι ο ταξιτζής αρνείται. Η επόμενή του απόπειρα ήταν σε μια κυρία, η οποία έφυγε τρομαγμένη. Στην τελευταία του προσπάθεια ο νεαρός βρίσκει έναν τύπο που κάθεται και περιμένει το λεωφορείο παίζοντας ντραμς στα γόνατά του με ακουστικά στ αυτιά (αυτός ήταν όντως καμένος δε χωράει αμφιβολία), του λέει: "Φίλε μαγειρεύεις;",
-"Μαγειρεύω ρε φίλε" του απαντάει αυτός,
-"Να σου δώσω ένα κοτόπουλο να μαγειρέψεις να φας;"
-"Ξέρω γω ναι".
Ο φίλος μας τρισευτυχισμένος του δίνει το κοτόπουλο και μπαίνει σ ένα μαγαζί παραδίπλα. Ο τυχερός της βραδιάς κρατώντας τη σακούλα με το κοτόπουλο γελάει και κοιτάζει στη σακούλα να διαπιστώσει αν είναι όντως κοτόπουλο. Γελάω κι εγώ μαζί. Ο δικός μας επιστρέφει κι εξηγεί στον άλλον: " Ψάχνω εδώ και κανα 2ωρο έναν άνθρωπο που νά χει ανάγκη, να του δώσω το κοτόπουλο, να φτιάξει ένα φαϊ να φάει, και ρε φίλε όλοι με κοιτάζουν ύποπτα, λες και τους πλησιάζω για να τους ζητήσω κάτι. Δεν μπορούν να πιστέψουν ότι απλώς θέλω να τους χαρίσω κάτι χωρίς αντάλλαγμα.".

Και σταματήσαμε να γελάμε κι εγώ κι ο καμένος κάτοχος πλέον του κοτόπουλου. Γιατί το παιδί  έλεγε μια αλήθεια: όσο κουφό κι αν μας φαίνεται σήμερα το να θέλει κάποιος να χαρίσει κάτι, το πραγματικά κουφό της υπόθεσης είναι ότι δεν θέλουμε να πάρουμε κάτι που μας χαρίζουν γιατί δεν πιστεύουμε πια στην ανιδιοτέλεια. Το λεωφορείο μου ήρθε και γύρισα σπίτι..σκεπτική.

Τώρα είναι το επόμενο πρωί και γράφω υπό τον ήχο του πιάνο που παίζει η ξαδέρφη μου- εξ ού κι η έμπνευση να γράψω. Χθες πήρα πολλές εικόνες σε μια μέρα , πολύ γεμάτη μέρα ! Ίσως κάθε μέρα θά πρεπε νά ναι κάπως έτσι: σε διαφορετικά μέρη , με διαφορετικές παρέες, να απαλειφθεί η ρουτίνα τέλος πάντων. Σε λίγες ώρες γυρνάω Θεσσαλονίκη, χωρίς ιδιαίτερη ανυπομονησία. Εκλογές, χρυσές αυγές, η καθημερινότητα, και τι θα γίνει τελικά.. όλα είναι στον αέρα, σε λίγο κι εγώ μαζί.              

Μακάρι να μπορούσα να μεταφέρω το πιάνο που ακούω αυτή τη στιγμή, θα ήταν το ιδανικό κλείσιμο, ή μάλλον ένα κλείσιμο ανώτερο του κυρίως περιεχομένου.

 Καλημέρα λοιπόν από έναν ηλιόλουστο Αθηναϊκό ουρανό...