Τρίτη 20 Σεπτεμβρίου 2011

Σα βρεγμένη γάτα

  Η επιστροφή από τις διακοπές πέρα από την αναπόφευκτη κατάθλιψη που επιφέρει, μ'έκανε να συνειδητοποιήσω τι απίστευτη ζέστη έχει έξω όταν δεν έχεις δίπλα τη θάλασσα (ο Θερμαϊκός δε νοείται ως θάλασσα) να κάνεις κανα μπάνιο. Μέρα με τη μέρα ο εκνευρισμός μεγάλωνε, αναρρωτιόμουν τι απέγιναν εκείνες οι καλοκαιρινές βροχές και άρχιζα να πιστεύω τα σενάρια της υπερθέρμανσης του πλανήτη. Μέσα σ' όλα  η WIND έχει τόσο απαίσια σύνδεση που είχα να δω από τότε που είχαμε βάλει HOL, ο Velvet έγινε σκυλοσταθμός και παίζει Πετρέλη, ενώ η βαφή μου από καστανό που ήθελα βγήκε μάυρη και είμαι πλέον η χαρά του γκοθά. Όμως καλά λένε πως η ελπίδα πεθαίνει πάντα τελευταία...
  Προ ολίγων ωρών, αράζοντας σ' ένα "καφέ-μπαρ" απ' αυτά τα ψαγμένα στέκια που πηγαίνουμε με την παρέα μου, σε μια μεταμεσονύχτια εξόρμηση με τη Μαρία και τον Αντρέα συζητούσαμε τα γεγονότα της ημέρας- πέρα από την τηλεδιάσκεψη του Βενιζέλου με την τρόικα-. Και ξαφνικά πιάνει βροχή! Εκπληκτική βροχή, όση δεν είχε ρίξει όλο το καλοκαίρι μαζεύτηκε για να πέσει σήμερα. Μέσα σε μια απερίγραπτη φρενίτιδα ενθουσιασμού (αφιερωμένο σ' όσους λένε ότι τα παιδιά δε θυμούνται τίποτα από την τρίτη λυκείου) από την εκπλήρωση αυτού μου του πόθου για βροχή, ήρθε η σκληρή πραγματικότητα να με προσγειώσει συνειδητοποιώντας αρχικά πως το ποδήλατό μου βρέχεται. Έπειτα το βλέμμα μου έπεσε στη λίμνη που πριν λίγα λεπτά ήταν δρόμος και ακολούθησε το εύλογο ερώτημα του πώς θα γυρίσω σπίτι! Είχα βέβαια μαζί μου το τούρμπο αδιάβροχο από το hard rock cafe της Βαρκελώνης που είχα πάρει κάποτε στην αδερφή μου και προνοώντας πως θα έβρεχε το είχα καβατζώσει από χθες. Έδωσα λοιπόν την ομπρέλα μου στη Μαρία και τον Αντρέα, φόρεσα αυτό το τέρας προστασίας κι αφού γελάσανε όσοι είχαν απομείνει στο μαγαζί- διότι προφανώς παρέπεμπα σε σακούλα ανακύκλωσης- ξεκίνησα τη μεγάλη επιστροφή.
 Θα άξιζε σ΄ αυτό το σημείο να συνθέσω μία "Ωδή στο Σήφη" το ποδήλατό μου, που στάθηκε άξιο απέναντι στις ακραίες καιρικές συνθήκες και εκτέλεσε με επιτυχία τα χρέη κανό που του ανέθεσα, αλλά παραείμαι βρεγμένη για να γράφω ωδές, και θα περιοριστώ σε αυτό το γελοίο άρθρο.
  Η κατάσταση ήταν αρκετά τραγική, το παντελόνι είχε γίνει κολάν, η κουκούλα είχε πέσει μπροστά στα μάτια μου και περίμενα τη στιγμή που θα γλιστρήσω και θα κάνω βουτιά μέσα στους καταράχτες της Γιάννη Αγγέλου - θα σας απογοητεύσω όμως γιατί τελικά αυτό δε συνέβη. Αγωνίστηκα κάνοντας πετάλι μες στα νερά, αψήφισα τα απορρημένα βλέμματα του κόσμου μέσα από δυο άλλα μπαρ της περιοχής και φτάνοντας πια σπίτι δέχτηκα μια πισώπλατη μαχαιριά από την είσοδο του σπιτιού μου που χωρίς να το περιμένω είχε λακούβα με νερό μέσα στην οποία πάτησα επιτυχώς και τα πρωτίστως μη εντελώς βρεγμένα παπούτσια μου έγιναν όπως προσπαθούσα να αποφύγω να γίνουν. Το ευτυχές σημείο της βραδιάς ήταν ότι η μαμά μου κοιμόταν και μπόρεσα να μπω σπίτι διαφορετικά θα μου απαγόρευε την είσοδο και θα με υποχρέωνε να κοιμηθώ στην αυλή για να  "μη γεμίσω νερά τον τόπο".
  Τη στιγμή αυτή που έχω πλέον στεγνώσει και νιώθω μέσα μου τη χαρά της δημιουργίας αφού πρόσθεσα ακόμα ένα κείμενο στο δοξασμένο τούτο blog είμαι στην ευχάριστη θέση να ανακοινώσω ότι έχοντας απλώσει τα ρούχα μου στη σκάλα να στεγνώσουν και έχοντας φτάσει στα όρια της απόλυτης νύστας, αποχωρώ για να κοιμηθώ υπό τον ήχο της βροχής όπως τόσες μέρες περίμενα

καλό μας βράδυ